Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
capello
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ιταλικά (it)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Ιταλικά
(it)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
capello
capelli
Ετυμολογία
επεξεργασία
capello
<
λατινική
capillus
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
kaˈpel.lo
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
capello
(it)
αρσενικό
το
μαλλί
, η
τρίχα