caching proxy
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
caching proxy | caching proxies |
caching proxy (en)
- (λογισμικό) λογισμικό proxy, που παρέχει προσωρινή αποθήκευση αποτελεσμάτων, τα οποία καταναλώνουν σημαντικούς πόρους (resources) του συστήματος, έτσι ώστε να είναι άμεσα διαθέσιμα όταν ξαναζητηθούν
Υπερώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- caching proxy στην αγγλική Βικιπαίδεια