bruineux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bruineux | bruineux |
θηλυκό | bruineuse | bruineuses |
Επίθετο
επεξεργασίαbruineux (fr)
- σχετικός με πολύ ψιλή βροχή
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη bruine
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bruineux | bruineux |
θηλυκό | bruineuse | bruineuses |
bruineux (fr)