boot sector
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
boot sector | boot sectors |
boot sector (en)
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- boot sector στην αγγλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
boot sector | boot sectors |
boot sector (en)