bombardé
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bombardé | bombardés |
θηλυκό | bombardée | bombardées |
Επίθετο
επεξεργασίαbombardé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bombardé | bombardés |
θηλυκό | bombardée | bombardées |
bombardé (fr)