Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
beigeâtre
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
beigeâtre
<
beige
+
-âtre
Επίθετο
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
beigeâtre
beigeâtres
beigeâtre
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
που το
χρώμα
του
τείνει
προς το
μπεζ