barolo
Ιταλικά (it) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
barolo | baroli |
Ετυμολογία επεξεργασία
- barolo < Barolo (όνομα πόλης)
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
barolo (it) αρσενικό
Πηγές επεξεργασία
- barolo - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).