bédouin
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- bédouin < αραβική
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bédouin | bédouins |
θηλυκό | bédouine | bédouines |
bédouin (fr)
- σχετικός με τους βεδουίνους, βεδουϊνικος