Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
authentique
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Προφορά
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Επίθετο
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
authentique
authentiques
authentique
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
αυθεντικός
,
γνήσιος
Συγγενικά
επεξεργασία
authenticité
authentification
authentifier
authentique
authentiquement
authentiquer