au
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΆρθρο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
au | aux |
au (fr)
Σημειώσεις
επεξεργασία- Υπάρχουν φυσικά πάρα πολλές άλλες έννοιες αυτού του « συγχωνευμένου » (contracté) οριστικού άρθρου.
Ιαπωνικά (ja)
επεξεργασίαΜεταγραφή
επεξεργασίαau (rōmaji)