Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

attrape-couillon < attraper + couillon

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
attrape-couillon attrape-couillons

attrape-couillon (fr) αρσενικό

Συνώνυμα επεξεργασία