Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
attestable
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
attestable
<
attest
+
-able
Επίθετο
επεξεργασία
attestable
(en)
βεβαιούμενος, που δύναται να
βεβαιωθεί
επιβεβαιούμενος, που δύναται να
επιβεβαιωθεί
αιτιολογήσιμος, που δύναται να
αιτιολογηθεί
Συνώνυμα
επεξεργασία
certifiable
verifiable
Αντώνυμα
επεξεργασία
conjectural
speculative