attenuant
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | attenuant | attenuants |
θηλυκό | attenuante | attenuantes |
Επίθετο επεξεργασία
attenuant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | attenuant | attenuants |
θηλυκό | attenuante | attenuantes |
attenuant (fr)