Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
astounding
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
astounding
(en)
εκπληκτικός
,
καταπληκτικός
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
surprising
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
astounding
(en)
γ΄
πρόσωπο
ενικού
ενεστώτα
του
astound