Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
arrachoir
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
arrachoir
arrachoirs
Ουσιαστικό
επεξεργασία
arrachoir
(fr)
αρσενικό
εργαλείο
ή
μηχανή
για το
ξερίζωμα
≈
συνώνυμα
:
arracheuse