Ουσιαστικό

επεξεργασία

archer (en)

Συνώνυμα

επεξεργασία



      ενικός         πληθυντικός  
archer archers

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

archer (fr) αρσενικό

  1. ο τοξότης
  2. (αργκό) ο αστυνομικός

Συγγενικά

επεξεργασία