appeals court
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
appeals court | appeals courts |
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
appeals court (en)
- (νομικός όρος) το εφετείο
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη appellate court
Δείτε επίσης επεξεργασία
- appeals court στην αγγλική Βικιπαίδεια