Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
amine
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
amine
<
ammonia
<
λατινική
ammoniacus
<
αρχαία ελληνική
Ἄμμων
<
αρχαία αιγυπτιακή
(jmn:Amun))
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈeɪmiːn
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
amine
(en)
(
χημεία
)
αμίνη