Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
amblyope amblyopes

amblyope (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
amblyope amblyopes

amblyope (fr) αρσενικό ή θηλυκό