alsacien
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | alsacien | alsaciens |
θηλυκό | alsacienne | alsaciennes |
alsacien (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | alsacien | alsaciens |
θηλυκό | alsacienne | alsaciennes |
alsacien (fr)