alien
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
alien (en)
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
alien | aliens |
alien (fr) αρσενικό
alien (en)
ενικός | πληθυντικός |
alien | aliens |
alien (fr) αρσενικό