Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

akir- < αγγλική acquire, γαλλική acquérir

  Ρίζα επεξεργασία

akir- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: αποκτώ

Παράγωγα επεξεργασία