aeroporto
Γαλικιανά (gl)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαaeroporto (gl)
- το αεροδρόμιο
- ο αερολιμένας
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
aeroporto | aeroporti |
aeroporto (it) αρσενικό
- το αεροδρόμιο
- ο αερολιμένας
Συνώνυμα
επεξεργασίαΠορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαaeroporto (pt)
- το αεροδρόμιο
- ο αερολιμένας