Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
aeronaut
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά
(en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.4
Αναφορές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
aeronaut
<
(
άμεσο δάνειο
)
γαλλική
aéronaute
(
μαρτυρείται από το 1784
)
[
1
]
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈɛəɹəˌnɔːt
/ & /
ˈɛɹəˌnɔt
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
aeronaut
aeronauts
aeronaut
(en)
(
αεροπορικός όρος
)
ο
αεροναύτης
Αναφορές
επεξεργασία
↑
aeronaut
στο λεξικό Merriam-Webster