adorable
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαadorable (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
adorable | adorables |
adorable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη adorer