abstrus
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | abstrus | abstrus |
θηλυκό | abstruse | abstruses |
abstrus (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | abstrus | abstrus |
θηλυκό | abstruse | abstruses |
abstrus (fr)