abloqueux
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | abloqueux | abloqueux |
θηλυκό | abloqueuse | abloqueuses |
Επίθετο επεξεργασία
abloqueux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | abloqueux | abloqueux |
θηλυκό | abloqueuse | abloqueuses |
abloqueux (fr)