Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
abasourdir
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Προφορά
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ρήμα
επεξεργασία
abasourdir
(fr)
ξεκουφαίνω
αφήνω
άναυδο
,
εκπλήσσω
≈
συνώνυμα
:
hébéter
,
sidérer
,
stupéfier
Συγγενικά
επεξεργασία
abasourdi, -ie
abasourdissant, -ante
abasourdissement