Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
stupéfier
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ρήμα
1.3.1
Αντώνυμα
1.3.2
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
stupéfier
<
stupefar
<
λατινική
stupefacere
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
sty.pe.fje
/
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ρήμα
επεξεργασία
stupéfier
(fr)
ναρκώνω
,
παραλύω
κάποιον
≈
συνώνυμα
:
paralyser
καταπλήσσω
≈
συνώνυμα
:
effarer
,
étonner
,
sidérer
,
suffoquer
Αντώνυμα
επεξεργασία
stimuler
Συγγενικά
επεξεργασία
stupéfaction
stupéfaire
stupéfait
stupéfiant
stupeur