Ετυμολογία

επεξεργασία
abaque < αρχαία ελληνική ἄβαξ

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.bak/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
abaque abaques

abaque (fr) αρσενικό