a good many
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
a good many (en)
- (ιδιωματισμός) πολύς
- ↪ He lived for a good many years in America.
- Έζησε πολλά χρόνια στην Αμερική.
- ↪ He lived for a good many years in America.
a good many (en)