SSD
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- SSD < Solid-State Drive
ΣυντομομορφήΕπεξεργασία
SSD (en) αρκτικόλεξο
- (ηλεκτρονική, υλικό υπολογιστή) solid-state drive: ο οδηγός στερεάς κατάστασης [1]
- (ηλεκτρονική, υλικό υπολογιστή) solid-state disk[2]: εναλλακτική ονομασία τού solid-state drive (βλ. προηγούμενο). Ο όρος δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα διότι δεν περιέχει κάποιο είδος μαγνητικού δίσκου. Ίσως έχει επικρατήσει λόγω τού ότι χρησιμοποιείται αντί τού σκληρού δίσκου στους σύγχρονους υπολογιστές
ΥπερώνυμαΕπεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- S.M.A.R.T.
- SSD στην αγγλική Βικιπαίδεια
Επεξεργασία
- ↑ ΕΛΕΤΟ, σελ. 71. Προσπέλαση 2020-06-18.
- ↑ (αγγλικά) A SSD is also known as a solid state disk (SSD) or electronic disk drive. Solid State Drive (SSD). Δημοσίευση 2017-12-12. Προσπέλαση 2020-06-18.