Ebene
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈeːbənə/
- ⓘ
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ebe‐ne
Ουσιαστικό
επεξεργασίαEbene (de) θηλυκό
- η πεδιάδα
- (μεταφορικά) το επίπεδο
- auf angemessener Ebene - σε πιο κατάλληλο επίπεδο
- (μαθηματικά, φυσική) το επίπεδο
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ebene < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαEbene αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]