DIP
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Συντομομορφή επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
DIP | DIPs |
- (ηλεκτρονική) συντομογραφία του dual in-line package
Υπώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- DIP στην αγγλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
DIP | DIPs |