Anschlag
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
Anschlag (de) αρσενικό
- αγγελία
- αφίσα, πόστερ
- προϋπολογισμός, προσφορά (προτού ζητήσουμε να κάνουμε κάποια έργα)
- τρομοκρατική απόπειρα
- χτύπημα (σε πιάνο, πληκτρολόγιο...)