Alpen
Αλσατικά (gsw) επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Alpen
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Alpen < (κληρονομημένο) μέση άνω γερμανική alben < (κληρονομημένο) παλαιά άνω γερμανική alpen
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Alpen (de) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
Ολλανδικά (nl) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Alpen (nl)
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Alpen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Alpen αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]
Σουηδικά (sv) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Alpen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Alpen αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [2]