Algérien
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | Algérien | Algériens |
θηλυκό | Algérienne | Algériennes |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαAlgérien (fr) αρσενικό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Algérie
Δείτε επίσης : algérien |
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | Algérien | Algériens |
θηλυκό | Algérienne | Algériennes |
Algérien (fr) αρσενικό