ῥαφανιδόω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ῥαφανιδόω < ῥαφανίς
Ρήμα
επεξεργασίαῥαφανιδόω
- (για τιμωρία των μοιχών) χώνω ραπανάκι στον πρωκτό, στα οπίσθια
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Νεφέλαι, στίχ. 1083 (1083-1084)
- [ΔΙ.] τί δ᾽, ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ; | ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι;
- [ΔΙΚ.] Μα αν κάνοντας αυτά που λες, του χώσουνε ρεπάνι στον πισινό και με καυτή του τη μαδήσουν στάχτη, | ξεπατωμένο θα το λεν κι αντίλογο δε θα ᾽χει.
- Μετάφραση (1967): Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Τυποβιβλιοτεχνική @greek‑language.gr
- [ΔΙ.] τί δ᾽, ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ; | ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι;
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Νεφέλαι, στίχ. 1083 (1083-1084)
Συγγενικά
επεξεργασία- ἀποραφανίδωσις
- ῥαφανίδωσις
- → και δείτε τη λέξη ῥαφανίς
Κλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ῥαφανιδόω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ῥαφανιδόω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.