Δείτε επίσης: υπεζωκότα

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία

ὑπεζωκότα (ελληνιστική κοινή)

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

ὑπεζωκότα αρσενικό (ελληνιστική κοινή)