Δείτε επίσης: έκαστος

Ετυμολογία

επεξεργασία
ἕκαστος < *ἕκαστις < ἑκάς + τίς (κάποιος) < +‎ -κᾰ́ς < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *swé

Αντωνυμία

επεξεργασία

ἕκαστος, ἑκάστη, ἕκαστον