Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀπροστασίου δίκη < ἀπροστασίου < *ἀπροστάσιον & δίκη

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

ἀπροστασίου δίκη θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία