ἀκμή ἦρος
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
ἀκμὴ ἦρος
- η πιο ακμαία περίοδος της άνοιξης
- ※ 6ος/5ος↑ αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 4. Ἀρκεσιλάῳ Κυρηναίῳ ἅρματι, 65 Επιμ. Boeck, Pindari opera quae supersunt, 1811. (4.65)
- ἦ μάλα δὴ μετὰ καὶ νῦν, ὥτε φοινικανθέμου ἦρος ἀκμᾷ,
- Και νά που τώρα ακόμη, μετά τόσα χρόνια, σαν να ᾽ναι στη ροδάνθιστη της άνοιξης την ακμή,
- Μετάφραση (1994), Γιάννης Οικονομίδης, @greek‑language.gr
- ἦ μάλα δὴ μετὰ καὶ νῦν, ὥτε φοινικανθέμου ἦρος ἀκμᾷ,
- ※ 6ος/5ος↑ αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 4. Ἀρκεσιλάῳ Κυρηναίῳ ἅρματι, 65 Επιμ. Boeck, Pindari opera quae supersunt, 1811. (4.65)
Δείτε επίσης επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- ἀκμή - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀκμή - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.