ἀδασμολόγητος
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἀδασμολόγητος < ἀ- στερητικό + αρχαία ελληνική δασμολογῶ, δασμολογη- + κατάληξη ρηματικών επιθέτων -τος
Επίθετο
επεξεργασίαἀδασμολόγητος
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη δασμός
Πηγές
επεξεργασία- ἀδασμολόγητος - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)