Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἀγάομαι < ποιητικός τύπος του ἄγαμαι

  Ρήμα επεξεργασία

ἀγάομαι

  1. θαυμάζω, απορώ
  2. φθονώ, ζηλεύω