Ετυμολογία

επεξεργασία
ოგანჯანიანი < ρωσική Оганджанян (Ogandžanján, Ογκαντζανιάν) < αρμενική Օհանջանյան (Ōhanǰanyan, Οχαντζανιάν)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /oɡand͡ʒaniani/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

ოგანჯანიანი (ka) (oganǯaniani) αρσενικό ή θηλυκό