აგაჯანიანი
Γεωργιανά (ka) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- აგაჯანიანი < αρμενική Աղաջանյան (Aġaǰanyan, Αγατζανιάν), άλλη μορφή του აღაჯანიანი
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /aɡad͡ʒaniani/
Κύριο όνομα επεξεργασία
აგაჯანიანი (ka) (agaǯaniani) αρσενικό ή θηλυκό