• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

حلال

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αραβικά (ar)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Αλλόγλωσσα παράγωγα

Αραβικά (ar)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
حلال < ρίζα حل (ḥálla) (λύνω, χαλαρώνω)

Επίθετο

επεξεργασία

حلال (ar)

  1. (θρησκεία) που επιτρέπεται, σύμφωνα με το μουσουλμανικό νόμο, επιτρεπτός
  2. νόμιμος

Αλλόγλωσσα παράγωγα

επεξεργασία
  • αγγλικά: halal
  • νέα ελληνική: χαλάλι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=حلال&oldid=5261465"
Τελευταία επεξεργασία στις 21 Σεπτεμβρίου 2021, στις 14:08

Γλώσσες

    • Azərbaycanca
    • English
    • فارسی
    • Magyar
    • 日本語
    • 한국어
    • Malagasy
    • Bahasa Melayu
    • Polski
    • پښتو
    • Русский
    • سرائیکی
    • Тоҷикӣ
    • Türkçe
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 21 Σεπτεμβρίου 2021, στις 14:08.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας