Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
حلال
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αραβικά (ar)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αλλόγλωσσα παράγωγα
Αραβικά
(ar)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
حلال
<
ρίζα
حل (ḥálla) (
λύνω
,
χαλαρώνω
)
Επίθετο
επεξεργασία
حلال
(ar)
(
θρησκεία
) που επιτρέπεται, σύμφωνα με το
μουσουλμανικό
νόμο,
επιτρεπτός
νόμιμος
Αλλόγλωσσα παράγωγα
επεξεργασία
αγγλικά
:
halal
νέα ελληνική
:
χαλάλι