йәкшәмбе
Μπασκίρ (ba) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- йәкшәмбе < (άμεσο δάνειο) περσική یکشنبه (yek-šanbe)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /jækˈʃæm.bɪ̞/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : йәк‐шәм‐бе
Ουσιαστικό επεξεργασία
йәкшәмбе (yäkšämbe)
йәкшәмбе (yäkšämbe)