еден
Καζακικά (kk) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
еден (kk)
Σλαβομακεδονικά (mk) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- еден < πρωτοσλαβική *(j)edinъ (< πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *óynos (ένας, μόνος) )
Προφορά επεξεργασία
Αριθμητικό επεξεργασία
еден (mk)