Кеворкян
Βουλγαρικά (bg)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Кеворкян < αρμενική Գևորգյան (Geworgyan, Γκεβορκιάν)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαКеворкян (bg) (Kevorkján)
Συγγενικά
επεξεργασία
Ρωσικά (ru)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Кеворкян < αρμενική Գևորգյան (Geworgyan, Γκεβορκιάν)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kʲɪvɐrˈkʲan/
Κύριο όνομα
επεξεργασίαКеворкян (ru) (Kevorkján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Кеворкяна, ονομ. πληθ.: Кеворкяны)[1]
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Геворкян (Γκεβορκιάν) στη ρωσική Βικιπαίδεια
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός.